Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2019

Η μάχη στα Τρίκορφα Αρκαδίας, ο χαμός των Γορτύνιων οπλαρχηγών και οι γάμοι Του Ιμπραήμ πασά.






Στα Τρίκορφα μες στην κορφή Κολοκοτρώνης στήνει ορδί

Μες στα Τρίκορφα στη ράχη πάει το αίμα σαν αυλάκι.
…. τραγουδάει η δημοτική μας παράδοση .

Μιλάει για την 6ωρη μάχη που δόθηκε στα Τίκορφα – κοντά στην Τρίπολη – στις 23 Ιούνη του 1825 με τον Ιμπραήμ πασά και τους Έλληνες με αρχηγούς Γενναίο (Γιάννη) Κολοκοτρώνη, Κρίτσαλη, Παπατσώνη και Πλαπούτα.
Και πρέπει να είναι η Τρίτη μάχη εκεί αφού η πρώτη είχε γίνει στα Ορλωφικά πριν 55 χρόνια το Μάρτη του 1770 με Τουρκαλβανούς εναντίον Ελλήνων υπό τον Ρώσο λοχαγό Μπαρκώφ.
.Συγκρούσεις επίσης εμφύλιες αυτή τη φορά είχαν γίνει στην περιοχή με (κυβερνητικά) στρατεύματα Ρουμελιωτών του στρ. Μακρυγάννη και Αρκάδων αγωνιστών και καπεταναίων όπου είχε σκοτωθεί ο 24χρονος γιος του Κολοκοτρώνη Πάνος (είχε δολοφονηθεί σε ενέδρα μετά τη λήξη της μάχης) στις 13 Νοέμβρη του 1824.
Σε τούτη τη μάχη του 1825 που πραγματικά το αίμα πήγε σαν αυλάκι, τα ελληνικά στρατεύματα από κακό συντονισμό, έλλειψη πειθαρχίας και ανυπακοής στο σχέδιο του Κολοκοτρώνη πάθανε πανωλεθρία από τον Μπραήμη ( ο στρατός του πλαισιωνόταν από Ευρωπαίους αξιωματικούς) και το πυροβολικό του, και κατασφάχτηκε εκεί (εκατοντάδες οι νεκροί) ο ανθός των Γορτύνιων οπλαρχηγών και απλών αγωνιστών.

Ο στόλος του Ιμπραήμ πασά άρχισε να αποβιβάζεται στο Μωρηά στη Μεθώνη τον Φεβρουάριο του 1825 σε μια εποχή που οι Έλληνες σπαράσσονταν από εμφύλιες διαμάχες και επικρατούσε η διχόνοια και ο εθνικός σπαραγμός. « … όλα τούτα έφεραν την διαίρεση του έθνους, ήτις εξασθένησε το εθνικόν πνεύμα και την εθνικήν δύναμιν. Έφεραν μεταβολήν όλως διόλου ασυμβίβαστον με την παρούσαν κατάστασιν των πραγμάτων διότι αγρίευσαν και αύξησαν τα πάθη των Ελλήνων, ενισχύθη η κατάχρησις, και οι άνθρωποι εδόθησαν εις τας ασωτείας» μας πληροφορεί ο Φωτάκος στα ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗς ΕΠΑΝΑΣΤΆΣΕΩΣ

Η τότε κυβέρνηση έχοντας ως κύρια φροντίδα της το κυνήγι κατά των πολιτικών της αντιπάλων ολιγώρησε για κάποιους μήνες στο να αντιμετωπίσει τα αποβιβαζόμενα στρατεύματα του Ιμπραήμ ενώ κρατούσε φυλακισμένους στην Ύδρα σημαντικούς καπεταναίους μεταξύ των οποίων και τον Θ. Κολοκοτρώνη, τους Δεληγιανναίους, τους Νοταραίους και άλλους αλλά κατά τα μέσα του Μάη μπροστά στην γενική κατακραυγή και στον κίνδυνο αφανισμού των ελληνικών δυνάμεων από τα τουρκοαιγυπτιακά στρατεύματα τους αποφυλάκισε.

"Ερχόμενοι εις το Ναύπλιον μας πληροφορεί ο Κολοκοτρώνης, ορκοθήκαμεν το Βουλευτικόν, το Εκτελεστικόν και ημείς εις την εκκλησίαν, ότι «να αφήσωμεν τα περασμένα, να τα λησμονήσωμεν, να ενωθώμεν και να μην έχωμεν άλλην ιδέαν, παρά να δουλεύσωμεν την πατρίδα μας”. Έτσι με έκαμαν Γενικόν Αρχηγόν.
                                                                                         
Ο Κολοκοτρώνης προβλέποντας ότι ο Ιμπραήμ θα επιχειρήσει να καταλάβει την Τριπολιτσά και λόγω της θέσης της θα την κάνει βάση και ορμητήριο κατά ολόκληρου του Μωρηά, αλλά και γνωρίζοντας ότι μέσα από αυτήν την πόλη όλο ίντριγκες και εμφύλιοι εκπορεύονταν πρότεινε να κατεδαφίσουν τα τείχη της ώστε να μην μπορεί να στεριώσει εκεί ο εχθρός, το Βουλευτικό όμως και το Εκτελεστικό που δεν βλέπανε με καλό μάτι τις προθέσεις του τού απάντησαν ότι δεν υπάρχουν τα έξοδα για τέτοιες δουλειές.
«Δότε μου την άδειαν, και με τον λαόν τα χαλώ δια πέντε ημέρες και τότε δεν ευρίσκει ο Μπραϊμης να κάμει φωλιά. Και τον κτυπώ από όλα τα μέρη, αν πιάση την Τριπολιτσά δεν του χρειάζεται άλλη φωλιά δια να χαλάση την Πελοπόννησον» επέμεινε ο Κολοκοτρώνης, αλλά δεν του το επέτρεψαν.
Τελικά έγινε αυτό που φοβόταν: Ο Μπραήμης κατέλαβε την Τριπολιτσά και την χρησιμοποιούσε για ορμητήριο κατά ολόκληρου του Μωρηά.
Οι ελληνικές δυνάμεις πιάνανε θέσεις κοντά και γύρω από την πόλη με οχυρώσεις με σκοπό να περιορίσουν ή να αποκλείσουν τον Ιμπραήμ που ήταν ισχυρός με 20.000 στρατό και παράτολμος, και με εξορμήσεις και αντεπιθέσεις πρόσβαλλε συνεχώς τις ελληνικές θέσεις.
Το ίδιο έκανε και στα Τρίκορφα που όταν είδε κίνηση από τις ελληνικές δυνάμεις «έστειλε ένα δυο χιλιάδες να πιάσουν δια νυκτός τα Τρίκορφα. Ο Γενναίος εκίνησε, δεν επρόφθασε να πιάση τα ταμπούρια όλα, παρά τα μισά, και τα μισά έπιασε ο Μπραϊμης. Αρχίνησε τον πόλεμον…» μας πληροφορεί ο Κολοκοτρώνης
Εκείνη την εποχή όμως και σε αυτή τη μάχη που στους Έλληνες βασίλευαν ακόμα η διαίρεση η καχυποψία και η αντιζηλία, ολόκληρα σώματα χιλιάδων ανδρών με διάφορες δικαιολογίες αρνήθηκαν να πολεμήσουν «…και ούτως η λιποταξία έγινε γενική και η μάχη εχάθη» λέει ο Φωτάκος. « το συναχθέν στράτευμα… δεν επείθετο τυφλώς εις τας διαταγάς του Γενικού Αρχηγού και δια ταύτα όλαι αι προσπάθειαι του Κολοκοτρώνη εματαιώθησαν, διότι δεν παρεδέχοντο όλοι τα σχέδιά του, αλλά τα μετέβαλλαν όπως ήθελαν». Άλλοι πήραν εντολές να πιάσουν συγκεκριμένες θέσεις που όμως αρνήθηκαν, και στήθηκαν αλλού σε άλλες θέσεις που εκείνοι θεώρησαν πιο κατάλληλες, αλλάζοντας τα σχέδια του Αρχηγού.
Οι Έλληνες νικήθηκαν εκεί, έγινε αληθινή σφαγή στο οχύρωμα του Κανέλλου Δεληγιάννη όπου χάθηκε ο ανθός των Γορτύνιων αγωνιστών,
                                                                                                              

ο Κολοκοτρώνης μιλάει για 180 νεκρούς από την ελληνική πλευρά, ο Σπηλιάδης για 270, Φωτάκος για πάνω από 500 και ο ίδιος ο Κανέλλος Δεληγιάννης για 677, και κάπου εκεί υπολογίζουν πολλοί ανάμεσα στους 300 με 500 τους νεκρούς του ελληνικού στρατοπέδου.

Πολλές απώλειες όμως εκεί αλλά και στην γύρω περιοχή είχε και ο Μπραήμης που εκνευρίστηκε και, μετά τη μάχη και καθώς τα ελληνικά τμήματα σκορπίστηκαν και ο καθένας έτρεχαν στα χωριά τους για να κρύψουν τις οικογένειές τους, με δυο σώματα στρατού από τέσσερεις χιλιάδες πεζικό και 1000 ιππείς το καθένα ορμάει ακάθεκτος και ανεμπόδιστος πλέον στη μαρτυρική Γορτυνία. Περνά στην Αλωνίσταινα, καίει τη Βυτίνα, ανεβαίνει ψηλά στα Μαγούλιανα, καίει τα Λαγγάδια, μπαίνει και στην επαρχία Καλαβρύτων, σπέρνει τον πανικό, τον όλεθρο και την καταστροφή αφού δεν συναντά την παραμικρή αντίσταση.

Τα δάση και οι σπηλιές γεμίζουν από αλλόφρονες φυγάδες, χιλιάδες γυναικόπαιδα προσπαθούν να κρυφτούν για να σωθούν, τα αποσπάσματα όμως και οι καβαλαραίοι του Μπραήμη τους κυνηγούν καταπόδι, τους ξετρυπώνουν και τους σφάζουν, ή παίρνουν αιχμαλώτους όσους θεωρούν κατάλληλους για τα σκλαβοπάζαρα που δουλεύουν ασταμάτητα στη Μεθώνη.

Στην πορεία του προς Βυτίνα ο τουρκοαιγυπτιακός στρατός συνέλαβε πλήθος γυναικόπαιδα που είχαν κρυφτεί στο ελατοδάσος έξω από το χωριό και, τα κορίτσια τα μετέφεραν απείραχτα μπροστά στον Ιμπραήμ που «διέταξε τον ιατρόν του, τον διερμηνέα του και μίαν ηλικιωμένην γυναίκα η οποία ευρέθη εκεί, να εξετάσουν τας αιχμαλώτους μήπως είχαν κανένα σωματικόν νόσημα, και αν είναι παρθένοι. Αφού δε έγινεν η εξέτασις και εβεβαιώθη από τους ιατρούς ότι καθ¨ όλα ήσαν αι κόραι υγιείς και παρθένοι, τότε μόνος του έλαβεν εις γυναίκα του την ωραιοτέραν, και έπειτα καλέσας εκεί τους περί αυτόν Αγάδες και Μπέηδες έδωκεν εις έκαστον εξ αυτών μίαν εκ των αιχμαλώτων παρθένων…. Μετά τους γάμους τούτους ο Ιμβραήμ εκάθησεν δύο ημέρας εις την Βυτίναν την οποίαν αναποδογύρισε» γράφει ο Φωτάκος.

Με τον δικό της τρόπο η δημοτική μας παράδοση μας δίνει μια εικόνα:
Βουνά της Αλωνίσταινας και της απάνου Χρέπας
Γιατί εβουρκώσατε πολύ και είστε αραχνιασμένα;
Μην σας εφύσηξε βοριάς, μηνά κακό χαλάζι;
Μαϊδέ βοριάς μας φύσηξε, μαϊδέ κακό χαλάζι,
Μπραήμ πασάς επέρασε με δεκοχτώ χιλιάδες.

Και μια ακόμα μαρτυρία:
Θέλτε ν’ ακούστε κλάϋματα, γυναίκεια μοιρολόγια;
-περάστ’ από τα Τρίκορφα και μέσ’ από την Πιάνα
-κι από την Αλωνίσταινα κι αγνάντια στη Βυτίνα
Κι εκεί θ’ ακούστε κλάϋματα γυναίκεια μοιρολόγια
Πως κλαίνε και πως θλίβονται οι Ταμπακονυφάδες.

Ήσαν οι γυναίκες του καπετάν Νικολή Ταμπακόπουλου και του αδελφού του Χρήστου που σκοτωθήκανε στα Τρίκορφα..








1 σχόλιο: