Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

Λαγκάδια Αρκαδίας



Κεφαλοχώρι της Γορτυνίας χτισμένο σε πλαγιά με κλίση 70 μοιρών σε 980 υψόμετρο με ιστορία και προσφορά στον αγώνα της Εθνεγερσίας του 1821, αλλά και από τους γνωστούς Λαγκαδινούς μαστόρους του (πετράδες) γνωστό, γενέτειρα των Δεληγιανναίων και άλλων αγωνιστών, 65 χλμτ ΒΔ της Τρίπολης και 80 ανατολικά του Πύργου Ηλείας.        

                  Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για το πως ιδρύθηκε το χωριό και πότε πρωτοκατοικήθηκε, όπως ότι χτίστηκε από πετράδες εργατοτεχνίτες της περιοχής που εργάζονταν στην κατασκευή του Γεφυριού της Κυράς στο Λάδωνα κατά τον 13ο αιώνα, άλλη υποστηρίζει ότι ιδρύθηκε από συνένωση μικροοικισμών, άλλη, πως ιδρύθηκε από προγόνους των κοτζαμπάσηδων Δεληγιανναίων κλπ.
Στο ξέσπασμα της επανάστασης του 1821, τα Λαγκάδια συμμετείχαν δραστήρια, αλλά, μην πάει ο νους σας σε μπουλούκια Λαγκαδινών που κραδαίνοντας ρόπαλα, δρεπάνια και οτιδήποτε πρόχειρο όπλο στα χέρια κυνηγούσανε και σφάζανε τους Τούρκους. Η αλήθεια είναι ότι οι Τούρκοι της περιοχής σφαχτήκανε, όχι όμως από το λαό, αλλά από τους μπράβους και τους μισθοφόρους του Κανέλλου Δεληγιάννη.

           Οι ραγιάδες εκείνης της εποχής – σκλάβους από χέρι τους αποκαλούσαν οι Αλβανοί που κατά καιρούς διαγουμίζανε το Μωρηά - αγνοούσαν τι θα πει Ελλάδα και ελληνισμός, και δεν νοιαζόντουσαν για τα προβλήματα των κοτζαμπάσηδων και των άλλων προυχόντων και προεστών. Δεν είχαν ιδέα περί ξεσηκωμού και επανάστασης. Γιατί, πέρα από ό,τι λένε τα παραμύθια, η επανάσταση ήταν σύγκρουση συμφερόντων των ντόπιων μεγαλοκτημόνων, προυχόντων, κοτζαμπάσηδων, και λοιπών… καταπιεστικών του απλού λαού δυνάμεων, εναντίον των συμφερόντων των Τούρκων ομοιών τους, μεγαλοκτημόνων και αξιωματούχων. Αγώνας δηλαδή για το ποιος θα νέμεται την Εξουσία στο σβέρκο του υποτελούς και καταπιεζόμενου λαού.

              Στα Λαγκάδια, την επανάσταση την κήρυξε στις 23 Μαρτίου  του 1821 ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ο πλουσιότερος και ισχυρότερος Κοτζαμπάσης του Μωριά.  Εξαπέλυσε τους μισθοφόρους του – είχε δικαίωμα όπως όλοι οι κοτζαμπάσηδες να διατηρεί ένοπλους μισθοφόρους, και εκείνος διατηρούσε ολόκληρο στρατό για να προστατεύει την περιουσία και τα συμφέροντά του – και συνέλαβε τις τούρκικες οικογένειες που ζούσαν στα Λαγκάδια.

        Στη συνέχεια, για να μπορέσει να κινητοποιήσει τους ραγιάδες της περιοχής που αδιαφορούσαν για τα της επανάστασης και καμιά όρεξη δεν είχαν για να σκοτωθούνε για τα συμφέροντα των Δεληγιανναίων, έδωσε εντολή στους μπράβους του και σφάξανε όλους τους Τούρκους, τριακόσια άτομα από σαράντα οικογένειες, άνδρες γυναίκες και παιδιά, μέχρι και τα μωρά στις κούνιες, και κάψανε και το τούρκικο τζαμί. Έτσι, όταν ξεκινήσανε από την Τρίπολη τα τούρκικα στρατεύματα με κατεύθυνση τα Λαγκάδια, ενοχοποιημένοι οι ραγιάδες χωρίς όμως να έχουν καμιά ευθύνη για τη σφαγή των Τούρκων, τρέξανε πατείς με πατώ σε  να αρπάξουν τα όπλα και να ενωθούνε με τους Δεληγιανναίους για να προστατέψουνε τις οικογένειές τους. Και τότε αναγκαστικά άρχισε από τους καπεταναίους και η σχετική περί πατρίδας, Ελλάδας, και άλλων τέτοιων παραμυθιών κατήχησή τους.
            Ο ίδιος ο Κανέλλος Δεληγιάννης στα απομνημονεύματά του, ομολογεί πως τις σφαγές των Τούρκικων οικογενειών των Λαγκαδίων τις κάνανε οι μισθοφόροι του ύστερα από εντολή του «τους έβαλα στα αίματα » γράφει, για να εξαναγκάσει τους κατοίκους της περιοχής να ξεσηκωθούν και να συμμετέχουν στην επανάσταση. 
                    Και ο Κολοκοτρώνης όμως, στην Διήγηση των Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής ομολογεί την άρνηση και την  αδιαφορία των κατοίκων της περιοχής να πολεμήσουν για την επανάσταση. «Ο Κάμπος της Καρύταινας (Γορτυνία) δεν ήθέλησε να πιάσει τα άρματα» λέει. Και φυσικά, μπροστά στην αδιαφορία και την  άρνηση του λαού να πολεμήσει, ήρθε το μέτρο της επιστράτευσης από 18 χρονών μέχρι 60.
       Οι Λαγκαδινοί πολεμήσανε τους Τούρκους, και κατά τη διάρκεια του Αγώνα αναδειχτήκανε πολλοί ήρωες, όπως οι Θανάσης και Μιχάλης Κίντζιος, ο Παπασταθούλης, ο Καραβογιάννης και άλλοι.
                        Κατά τον δεύτερο εμφύλιο πόλεμο μετά το 1821 τον αποκαλούμενο και «Πόλεμο των Προεστών» εκεί μεταξύ 1824 και 1825, οι Άγγλοι που είχαν δώσει τα δάνεια έριξαν το βάρος τους στη νησιώτικη κεφαλαιοκρατία, και ο Κουντουριώτης με την παρέα του σκορπώντας αφειδώς τις αγγλικές λίρες των δανείων έφερε στίφη εξαθλιωμένων Ρουμελιωτών, που με επικεφαλής τον Κωλέτη και τον Γκούρα εξαπολύθηκαν – των Καραίσκάκη και Μακρυγιάννη μη εξαιρουμένων - και λεηλατούσαν, έκαιγαν και εδήωναν το Μωρηά τιμώντας ιδιαίτερα τη Γορτυνία, σπέρνοντας την καταστροφή το φόβο και τον τρόμο στους αντιπάλους τους.

Στα έρημα Λαγκάδια ο Κωλέττης άραξε για αρκετές ημέρες στο αρχοντικό των Δεληγιανναίων, και οι άνδρες του καταστρέφανε ό,τι είχε ακόμη μείνει όρθιο. Τόσο ήταν το μίσος κατά των αντιπάλων τους και τέτοια η μανία καταστροφής, που για να γδάρουν τα χοιρινά που σφάζανε για να φάνε, αντί για νερό ( το βραστό νερό είναι απαραίτητο για το γδάρσιμο του χοιρινού) βράζανε κρασί που το τραβούσαν με τους κουβάδες από τις δεξαμενές και τα βαρέλια.! 

Την ίδια μοίρα είχε το Δεληγιανναίικο και τα Λαγκάδια λίγο αργότερα στα τέλη Ιουνίου του 1825, όταν ο Ιμπραήμ πασάς αφού νίκησε και κατέσφαξε τη Γορτυνιακή κλεφτουριά στη γνωστή μάχη στα Τρίκορφα που κύριος αντίπαλός του ήταν το οχύρωμα του Κανέλλου Δεληγιάννη, όρμησε ακάθεκτος και ανεμπόδιστος με δυο σώματα στρατού από τέσσερεις χιλιάδες πεζικό και 1000 ιππείς το καθένα, στη μαρτυρική Γορτυνία. Πέρασε στην Αλωνίσταινα δηώνοντας σφάζοντας και αιχμαλωτίζοντας για τα σκλαβοπάζαρα που δούλευαν ασταμάτητα στην Μεθώνη, μπήκε στη Βυτίνα που έκανε και το γάμο του με την πιο όμορφη από τις παρθένες που είχαν συλλάβει οι καβαλαραίοι  του κυνηγώντας τα γυναικόπαιδα στα δάση που κρύβονταν, και αφού έμεινε κάνα δυο ημέρες εκεί έκαψε το χωριό, «τη Βυτίνα την αναποδογύρισε» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Φωτάκος.

Συνεχίζοντας την καταστροφική πορεία του ανέβηκε στα Μαγούλιανα και μετά έφτασε στα Λαγκάδια όπου έμεινε επί μια βδομάδα στο αρχοντικό των Δεληγιανναίων (ό,τι είχε απομείνει από τους Ρουμελιώτες επιδρομείς). Και φυσικά έκαψε και τα Λαγκάδια.

Μια άλλη ξεχωριστή σελίδα για τα Λαγκάδια αποτελεί ο αποκεφαλισμός από τους Τούρκους του ισχυρού και με μεγάλη περιουσία Ιωάννη Δεληγιάννη συνεργάτη τους και Μοραγιάννη, πατέρα του Κανέλλου.

Με μια σχετική αναπηρία από κάποια απόπειρα εναντίον του, 78 χρόνων και άρρωστος, είχε μεταβιβάσει την Εξουσία του σαν Μοραγιάννης στον γιό του Θεόδωρο Δεληγιάννη. Αυτό δεν άρεσε στους άλλους προεστούς και κοτζαμπάσηδες του Μωρηά, ιδιαίτερα στον Ανδρέα Λόντο,  και τον διέβαλλαν στους Τούρκους καταμαρτυρώντας διάφορα σε βάρος του. Οι Τούρκοι με Σουλτανικό Φιρμάνι πήγαν στα Λαγκάδια και  κόψανε το κεφάλι του κατάκοιτου γέροντα εκεί στο αρχοντικό του και το πήγαν ως λάφυρο στον πασά, ενώ πετάξανε από το παράθυρο το ακέφαλο  κορμί του στον κήπο.

Στου Λάλα σφάζουν πρόβατα στου Μπαστηρά κριάρια

και στα Λαγκάδια στο χωριό σφάζουν το Δεληγιάννη
εξήντα χρόνων γέροντα, σαράντα Μοραγιάννη
μαρτυρεί και η λαϊκή μούσα.

Mετά το διώξιμο των Τούρκων που ξεκινά η προσπάθεια χτισίματος του ανεξάρτητου κράτους και προκύπτει άμεση η ανάγκη κατασκευής δημόσιων χτιρίων, οχυρωματικών έργων κλπ, και καθώς οι Λαγκαδιανοί είχαν φήμη τεχνιτών της πέτρας με πλούσια αρχιτεκτονική παράδοση - το βασικό οικοδομικό υλικό  τότε ήταν η πέτρα – γίνονται περιζήτητοι πετράδες και η φήμη τους απλώνεται στην ελληνική επικράτεια.

 Μπουλούκια Λαγκαδινών μαστόρων της πέτρας με τους βοηθούς τους  και τα γαϊδουράκια τους ξεκινούν προς όλα τα σημεία της χώρας και χτίζουν περίτεχνα δημόσια και ιδιωτικά χτίρια, δύσκολα γεφύρια πραγματικά έργα τέχνης πάνω σε ορμητικά ποτάμια, σχολεία εκκλησίες και άλλα, ανθεί η οικονομία του χωριού που εξελίσσεται σε σημαντική πόλη που φθάνει και τους 7000 κατοίκους και γίνεται η αμέσως μετά την Τρίπολη σε πληθυσμό πόλη. Κάπου διάβασα ότι φθάσανε κάποτε να οργανώνουν 150 μέχρι 200 μπουλούκια μαστόρων και εργατών. Τέτοια ήταν η φήμη των Λαγκαδινών μαστόρων που λένε πως, όταν ρώτησε κάποτε ένας δάσκαλος να του πουν τα παιδιά αν ξέρουν ποιος έφτιαξε τον κόσμο, «οι Λαγκαδινοί μαστόροι»! απάντησαν εν χορώ οι πιτσιρικάδες. 

          Κατά τις αρχές .όμως του περασμένου αιώνα που αρχίζει το μεγάλο κύμα μετανάστευσης προς την Αμερική, οι Λαγκαδινοί εγκαταλείπουν ομαδικά τον τόπο τους αναζητώντας καλύτερη τύχη, και αρχίζει η πληθυσμιακή αιμορραγία του χωριού. Ακολουθεί και η εσωτερική μετανάστευση μετά τον πόλεμο που παίρνει τη μορφή κύματος φυγής προς την Αθήνα και άλλα  μεγάλα αστικά κέντρα, και τα Λαγκάδια σιγά – σιγά ερημώνουν. Από στοιχεία που βρήκα στη Βικιπαίδεια βλέπουμε ότι κατά το 1896 είχαν 6815 κατοίκους, πενήντα περίπου χρόνια αργότερα κατά το 1951 είχαν 2359, και τώρα, όπως μόλις χθες πληροφορήθηκα, οι μόνιμοι κάτοικοι κατά τους χειμερινούς μήνες ανέρχονται μόλις στους 170.