Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Σελίδες από τα εγκλήματα της γερμανικής κατοχής 1941 - 1944 στην Πελοπόννησο, και την αντίσταση του ελληνικού λαού.







Μέσα στο χειμώνα οι Γερμανοί έχουν αγριέψει και επιχειρούν με πολυδύναμες φάλαγγες και ισχυρή δύναμη πυρός φονικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην ύπαιθρο του Μωρηά, με σκοπό να κάμψουν το φρόνημα του λαού που αντιστέκεται, και εκτός από τις συχνές αυτές εξορμήσεις τους, τους εμπρησμούς ολόκληρων χωριών τις λεηλασίες και τους φόνους, παίρνουν και από το σωρό από τις φυλακές της Τρίπολης εκατοντάδες πατριώτες και τους θερίζουν με τα πολυβόλα τους ή τους κρεμούν σε δένδρα, φανοστάτες και μπαλκόνια για αντίποινα στην αντίσταση, παραδειγματισμό και κατατρομοκράτηση.

Ο ΕΛΑΣ που δεν σταματά ούτε στιγμή τον αγώνα, χτυπά όπου βρει ευκαιρία. Με μια επιτυχημένη ενέδρα στις 26 του Νοέμβρη στο δρόμο Τρίπολης Σπάρτης στο Μονοδένδρι, χτυπά μια γερμανική φάλαγγα, κι εκτός από τους νεκρούς που αφήνει στο πεδίο της μάχης, παίρνει μαζί με τα λάφυρα και 17 αιχμαλώτους.

Την επομένη οι Γερμανοί καταλαμβάνουν το χώρο με ισχυρές δυνάμεις που καταφθάνουν με φάλαγγες και αφού επί ώρες οργώνουν αδιακρίτως τα γύρω υψώματα με πυρά βαρέων όπλων και πυροβολικού λες και θα έκαναν επίθεση σε κάποιον αόρατο εχθρό, κατά το μεσημέρι ξεφορτώνουν από καμιόνια που έφθασαν με καινούργια φάλαγγα 119 πατριώτες Λάκωνες κυρίως που με υπόδειξη μασκοφόρων συνεργατών τους είχαν αρπάξει πριν ένα περίπου μήνα από τα σπίτια τους στη Σπάρτη και τους είχαν στοιβαγμένους στις φυλακές της Τρίπολης, ακόμα και κάποιους τσοπάνηδες που είχαν την ατυχία να βρεθούν στο πέρασμά τους, και στήνοντάς τους διαδοχικά κατά ομάδες πάνω σε ένα γεφύρι τους θερίζουν με τα πολυβόλα τους. Γλιτώνει μόνο ένας τσοπάνης που πηδάει τη στιγμή που τους έστηναν στο γεφύρι και γίνεται καπνός με τις σφαίρες να σφυρίζουν πίσω του.

Δυο τρεις μέρες αργότερα οι αντάρτες κάνουν άλλη μια επιχείρηση κατά της γερμανικής φρουράς που φυλάει το σιδηροδρομικό σταθμό της Ανδρίτσας στα σύνορα περίπου Αρκαδίας – Αργολίδας κοντά στα κάτω Δολιανά όπου αφήνουν 17 Γερμανούς νεκρούς και δυο δικούς τους, και παίρνουν λάφυρα σε πολεμικό υλικό.

Για αντίποινα, μερικές μέρες αργότερα οι Γερμανοί αρπάζουν πενήντα πατριώτες από τα κρατητήρια της Τρίπολης, και τους κρεμάνε κατά μήκος του σταθμού από τα δένδρα, για να τους βλέπουν οι ταξιδιώτες και να μεταδίδουν τον τρόμο και τη φρίκη στους τόπους που πηγαίνουν, και να αναρωτιούνται αν αξίζει τα καμώματα των ανταρτών εναντίον του πανίσχυρου γερμανικού στρατού – όπως διαδίδει η προπαγάνδα τους - να τα πληρώνουν με τη ζωή τους αθώοι άνθρωποι παρμένοι από το σωρό μέσα από τις φυλακές.

Ο ανθός του ελληνικού λαού που μέσα από αντίξοες συνθήκες και τεράστιες, αξεπέραστες πολλές φορές δυσκολίες πολεμάει τον κατακτητή, δεν αντιμετωπίζει μόνο τα όπλα τις φυλακές και τις κρεμάλες του, αλλά και τη λυσσαλέα προπαγάνδα της αντίδρασης και των συνεργατών των Γερμανών, που θέλει να αγανακτεί ο λαός με τους αντάρτες που με τα καμώματά τους εξοργίζουν και εξαγριώνουν τα στρατεύματα κατοχής και τα εξωθούν σε ενέργειες αντιπερισπασμού και αντιποίνων με καταστροφές και εκατόμβες θυμάτων.

Αν καθόταν ήσυχος ο κόσμος, λέει η προπαγάνδα, αν δεν βγαίνανε οι αντάρτες, οι Γερμανοί δεν είχαν ανάγκη να προβαίνουν σε πράξεις αντεκδίκησης.

Άλλοι διαδίδουν πως οι ενέργειες των ανταρτών είναι ανόητες και άχρηστες, αφού σε τελευταία ανάλυση ο πόλεμος θα τελειώσει κάποια ώρα και ο γερμανικός στρατός θα γυρίσει στην πατρίδα του, και άρα άδικα σκοτώνεται τόσος κόσμος.

Άλλοι πάλι, ανάλογα τον τόπο και τα συμφέροντά τους, λένε πως αυτοί που ξεσηκώνονται και χτυπάνε τους Γερμανούς είναι οι κομμουνιστές που επιδιώκουν να είναι οπλισμένοι και με δικό τους στρατό όταν τελειώσει ο πόλεμος, για να αρπάξουν την εξουσία και να πάρουν τις περιουσίες του κοσμάκη.

Μπαίνοντας το 1944 οι Γερμανοί και με τη βοήθεια γερμανοντυμένων Ελλήνων συνεχίζουν και εντείνουν τις εξορμήσεις τους από τις μεγάλες πόλεις του Μωρηά, λεηλατώντας, σκοτώνοντας καίγοντας και ρημάζοντας την ύπαιθρο, ενώ κάποιοι αποφασίζουν να διαλύσουν το 11ο Σύνταγμα Αρκαδίας και να το συγχωνεύσουν με τα γειτονικά, το 12ο Αχαΐας και το 6ο Αργολιδοκορινθίας κυρίως, αφήνοντας έτσι ουσιαστικά ακάλυπτο το κέντρο του πολύπαθου Μωρηά, στη βουλιμία και την επιχειρησιακή δραστηριότητα των Γερμανών και των ντόπιων συνεργατών τους, που δεν σταματάνε ούτε στιγμή τις φονικές επιχειρήσεις τους.

Στην Αρκαδία από τις πρώτες μέρες της καινούργιας χρονιάς χτυπάνε διάφορες ανταρτοομάδες, και στις 13 του Γενάρη κρεμάνε σε φανοστάτες δένδρα και μπαλκόνια 11 πατριώτες στους Άγιους Ταξιάρχες της Τρίπολης, και 19 στην Ψηλή Βρύση της Τεγέας σε μουριές του χωριού, που τους άρπαξαν μέσα από τις φυλακές ύστερα από υπόδειξη φασίστα συνεργάτη τους κατοίκου της περιοχής, ενώ η προπαγάνδα των γερμανοντυμένων οργιάζει: δεν θα στήνονταν οι κρεμάλες αν το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ δεν χτυπάγανε τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους…

Στις αρχές του Γενάρη εκστρατεύουν στον Πάρνωνα και στον Ταΰγετο, και παρά την γενναία αντίσταση των ανταρτών που δεν μπορούν όμως να δώσουν πολύωρες μάχες με ισχυρές δυνάμεις λόγω κυρίως της έλλειψης πυρομαχικών και βαρέων όπλων, καταφέρνουν να κάψουν τα πεντακόσια σπίτια στο κεφαλοχώρι Κοσμά της Αρκαδίας, ενώ οι κάτοικοί του τηρώντας την αντάρτικη τακτική και τις οδηγίες να αδειάζουν τα χωριά όταν απειλούνται από επιδρομές, όχι μόνο γλιτώνουν στις σπηλιές και τα δάση της περιοχής, αλλά καταφέρνουν όσο οι αντάρτες απασχολούσαν τους Γερμανούς να βγάλουν από το χωριό και να περισώσουν τα ζώα και τα σημαντικότερα από τα υπάρχοντά τους.

Της Καστάνιτσας οι ξανθιές
Και τ’Αϊβασίλη οι ρούσες
Κι οι μαυρομάτες του Κοσμά
οι γαϊτανοφρυδούσες

Τα ρούχα σας μη βάψετε,
μην τα φορέστε μαύρα
κι αν τα χωριά σας γίνανε
καινούργια Άγια Λαύρα.

Τα σπίτια σας κι αν κάψανε
Κι αν πήραν τα προικιά σας,
Η ανταρτοσύνη να είν’ καλά
Και πάλι είναι δικά σας
…τραγούδαγε λίγο αργότερα όλος ο ελεύθερος Μωρηάς.

Στις 23 Φλεβάρη στο δρόμο Μεγαλόπολης – Τρίπολης στην Παλιόχουνη λίγο έξω από την Μεγαλόπολη, οι Γερμανοί χάνουν σε ενέδρα ανταρτών καμιά τριανταριά αξιωματικούς τους που ταξίδευαν με αυτοκίνητα για Τρίπολη, και την επομένη κατεβάζουν εκεί με μεγάλη φάλαγγα πάνω από διακόσιους Μεσσήνιους κυρίως που τους είχαν συλλάβει ύστερα από υποδείξεις μασκοφόρων συνεργατών τους και τους είχαν στοιβαγμένους στα μπουντρούμια των φυλακών της Τρίπολης αλλά και Αρκάδες δεσμώτες που και τους θερίζουν με τα πολυβόλα τους.
Παράλληλα, Γερμανοί και ντόπιοι συνεργάτες τους συνεχίζουν πυρετωδώς τις προσπάθειες για συγκρότηση και εγκατάσταση των Ταγμάτων Ασφαλείας στο Μωρηά, και μέσα στο Γενάρη καταφέρνουν να φέρουν από την Αθήνα με συνοδεία γερμανικού στρατού το Τάγμα του Παπαδόγγονα στην Καλαμάτα, ενώ και στην Πάτρα ο Κουρκουλάκος στήνει το «Σύνταγμα Ευζώνων» με 650 ταγματασφαλίτες στρατολογημένους στην Αθήνα.
Οι μαχητές του ΕΛΑΣ χτυπούν με καλοστημένες ενέδρες αιφνιδιάζοντας τους Γερμανούς και τους γερμανοτσολιάδες προκαλώντας τους σοβαρές απώλειες, παίρνοντας λάφυρα σε πολεμικό υλικό και αιχμαλώτους πολλές φορές και εξαφανίζονται αστραπιαία, μετά τις εκατόμβες όμως στο Μονοδένδρι και στα Καλάβρυτα, αλλά και γενικά με την όλη συμπεριφορά των Γερμανών που πυροβολούν στο πέρασμά τους και σκοτώνουν αγρότες που δουλεύουν στα χωράφια τους και τσοπάνηδες στα μαντριά τους, οι αιχμάλωτοι αρχίζουν να μην έχουν καμιά τύχη από τους αντάρτες, και αφήνουν τα κόκαλά τους στα ελληνικά βουνά.
Εκτός όμως από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους, οι αντάρτες έχουν να αντιμετωπίσουν και τα οργισμένα στοιχεία της φύσης μέσα στο χειμώνα και τις άσχημες καιρικές συνθήκες, υποχρεωμένοι να κινούνται κακοντυμένοι και ξυπόλητοι πολλές φορές, σε μακρινές πορείες με βροχές ή μέσα στα χιόνια, και σε απόλυτο σκοτάδι.

Και πίσω από τα ένοπλα τμήματα του λαού, στην ύπαιθρο και στα χωριά οι οργανώσεις του ΕΑΜ, οι άνθρωποι της Επιμελητείας και της Αλληλεγγύης δίνουν επικούς αγώνες σε συνθήκες φτώχειας και ανέχειας προσπαθώντας να εξασφαλίσουν τροφή για τους μαχητές και κανένα ρούχο από το υστέρημα του χειμαζόμενου λαού. Οι ανάγκες πολλές φορές είναι επιτακτικές και αξεπέραστες για την Επιμελητεία και την Αλληλεγγύη, γιατί πέρα από τα μαχόμενα τμήματα, άμεση ανάγκη βοήθειας έχουν και οι ξεσπιτωμένοι από τις επιδρομές των Γερμανών και των συνεργατών τους, που λεηλατούν τα νοικοκυριά τους και καίνε τα σπίτια τους, ακόμα και ολόκληρες οικογένειες απορφανισμένες που έμειναν στους πέντε δρόμους γιατί οι επιδρομείς σκότωσαν τους γονείς ή τους πήραν για να τους κλείσουν στα μπουντρούμια, και να τους εκτελέσουν όπως κάνουν πολλές φορές για αντίποινα κατά της Αντίστασης.

Η αντίδραση στα νότια του Μωρηά έχει ισχυρά ερείσματα και αγωνίζεται για τη στρατολογία και την εγκατάσταση Ταγμάτων Ασφαλείας, κι εκτός από το τάγμα Λεωνίδας που έχει εγκατασταθεί στη Σπάρτη, οι προσπάθειες συνεχίζονται για την εξάπλωσή τους σε Λακωνικές και Μεσσηνιακές κωμοπόλεις.
Στο Γύθειο γίνεται ένα όχι και τόσο σοβαρό ξεκίνημα από τους Γερμανούς, στους Μολάους όμως μέχρι και αντικομμουνιστική Επιτροπή έχει δημιουργηθεί επίσημα από τοπικούς παράγοντες και επίλεκτα μέλη αυτής της κωμόπολης που πρωτοστατούν στην εγκατάσταση ταγματασφαλιτών. Το ΕΑΜ με τοπικά στελέχη του έρχεται σε επαφή μαζί τους και αγωνίζεται μέχρι την τελευταία ώρα προσπαθώντας να τους πείσει να μην επιμείνουν στην απόφασή τους αλλά δεν τα καταφέρνει, και το Νοέμβριο οι ταγματασφαλίτες έχουν εγκατασταθεί στους Μολάους.
Τρεις – τέσσερεις μέρες μετά τα Χριστούγεννα ο ΕΛΑΣ σε μια επιχείρηση λίγων ωρών τους διαλύει παίρνοντας τα τετρακόσια περίπου ντουφέκια τους,

Στη μάχη σκοτώνονται τέσσερεις αντάρτες, εννέα από τους ταγματασφαλίτες, και Ο ΕΛΑΣ όμως που αρχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρά την αντίδραση, και ιδιαίτερα στους Μολάους που λύσσαξε να εγκαταστήσει ταγματασφαλίτικη βάση, συστήνει ανταρτοδικείο και καταδικάζει σε θάνατο πάνω από τριάντα Μολαΐτες τους οποίους θεωρεί υπεύθυνους για την ίδρυση και εγκατάσταση της βάσης, και τους εκτελεί.
Σε καμιά δεκαριά μέρες αργότερα ο ΕΛΑΣ αφοπλίζει και τους εκατό περίπου ταγματασφαλίτες στις υπώρειες του Ταΰγετου στο Σκλαβοχώρι.

Στα βόρεια του Μωρηά στην άλλη πλευρά, ο συνταγματάρχης Κουρκουλάκος κρίνοντας κατά το τέλος του Φλεβάρη πως είναι καιρός να βγει στην Αχαϊκή ύπαιθρο και να δείξει στους αντάρτες ποιος είναι το αφεντικό, εξορμά από την Πάτρα με τους εξοπλισμένους από τους Γερμανούς Ευζώνους του και τη συνδρομή γερμανικού στρατού και χωροφυλάκων, αλλά ύστερα από τριήμερες συγκρούσεις με τους αντάρτες πάνω στα Αχαϊκά βουνά κοντά στο Λεόντιο εκεί γύρω στα Δεμέστιχα, μαθαίνει καλά τη θα πει ΕΛΑΣίτικο ντουφέκι αφήνοντας νεκρούς και αιχμαλώτους, και γυρνά στην Πάτρα χωρίς να τολμήσει να ξαναδοκιμάσει τέτοιου είδους… περίπατο.
Αρχές Απρίλη στη Μεσσηνία το 9ο Σύνταγμα επιχειρεί κατά της καλά οργανωμένης βάσης των ταγματασφαλιτών στου Μελιγαλά, αλλά δεν τα καταφέρνει να την εκπορθήσει, στις 20 όμως του ίδιου μήνα δυνάμεις του 12ου του 6ου αλλά και του 11ου που έχει συγχωνευθεί μ’ αυτά, εγκλωβίζουν στη Γλόγοβα της Γορτυνίας μια μεγάλη γερμανική φάλαγγα 500 περίπου ανδρών και την καταστρέφουν Πάνω από 200 Γερμανοί νεκροί στο πεδίο της μάχης και αιχμάλωτοι. 16 είναι οι νεκροί αντάρτες και 19 οι τραυματίες, και ο ΕΛΑΣ με τα όπλα που παίρνει μπορεί να εξοπλίσει ολόκληρο τάγμα. Οι αντάρτες που αγωνίζονται κακοντυμένοι και ξυπόλυτοι μέσα στο χειμώνα, ντύνονται και ποδένονται εκεί, παίρνουν και τα μεταγωγικά με τα εφόδια της φάλαγγας και το πλιάτσικο που κουβαλούσαν μαζί τους.

Η φάλαγγα αυτή ήταν τμήμα δύναμης χιλιάδων γερμανικού στρατού που εξορμούσε από Πάτρα Πύργο Κόρινθο Μεγαλόπολη Τρίπολη για συνδυασμένες επιχειρήσεις στα βόρεια κυρίως του Μωρηά, με σκοπό να εγκλωβίσει τα 12ο και 6ο Συντάγματα του ΕΛΑΣ.

Τρεις μέρες μετά την πανωλεθρία τους στη Γλόγοβα, οι Γερμανοί παθαίνουν άλλο χουνέρι στη Λακωνία όπου κοντά στους Μολάους χτυπάνε σε ενέδρα δυο αυτοκίνητα οι αντάρτες και εξοντώνουν το στρατηγό Kreuch με δυο τρεις ακόμα συνεργάτες του. Οι γερμανοντυμένοι συνεργάτες τους οι ταγματασφαλίτες, γερμανικότεροι των Γερμανών, πιάνουν αμέσως δουλειά και σε εξορμήσεις τους σκοτώνουν πάνω από εκατό πατριώτες σε διάφορες περιοχές για αντίποινα, ενώ οι Γερμανοί την πρωτομαγιά εκτελούν στο σκοπευτήριο της Καισαριανής στην Αθήνα 200 πατριώτες δεσμώτες στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Ακόμα, ο Στρατιωτικός Διοικητής Ελλάδος διατάσσει «τον τυφεκισμό όλων των ανδρών τους οποίους θα συναντήσουν τα γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάοι προς Σπάρτην έξωθεν των χωρίων».

Απόσπασμα από το βιβλίο μου που όμως επειδή ασχολείται με αυτή την ταραγμένη εποχή της 10ετίας 1940 έως 1949 και έχει ξεπεράσει τις 1000 σελίδες δεν βλέπω να καταφέρω να το εκδώσω.