Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

Ο Ληνός των Κολοκοτρωναίων

 

 

 

 

Ο Θ Κολοκοτρώνης γύρω στα 1826 χρυσοποίκιλτος.
 

Ένα μικρό κτίσμα ήταν – ληνός = πατητήρι σταφυλιών -  που εξυπηρετούσε τις ανάγκες των γεωργών σε παλαιότερες εποχές που δουλεύανε όσο φώταγε η μέρα και χρειάζονταν να διανυκτερεύουν μερικές φορές εκεί, αλλά και να συγκεντρώνουν  και να πατάνε τα σταφύλια  όταν τρυγούσανε τα αμπέλια. Βρίσκεται στη Γορτυνία 3 περίπου χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Δημητσάνας  λίγες δεκάδες μέτρα πριν από τη μονή των Αιμυαλών στο Ζυγοβιστινό ρέμα ανάμεσα Δημητσάνα – Στεμνίτσα, και έμεινε στην Ιστορία ως ο Ληνός των Κολοκοτρωναίων, επειδή εκεί την 1η του Φλεβάρη 1806 σκοτώσανε 7 κλέφτες υπό τον Γιάννη Κολοκοτρώνη τον επιλεγόμενο Ζορμπά, αδελφό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

 Να σημειώσω εδώ πως ο Γιάννης Βλαχογιάννης στο βιβλίο του ΟΙ ΚΛΕΦΤΕΣ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ 1715 1820 ισχυρίζεται ότι το παρατσούκλι «Ζορμπάς» για τον Γιάννη Κολοκοτρώνη είναι πλαστό, και ότι το έχει πάρει ο Φαλέζ (εγγονός του Θ. Κολοκοτρώνη) από Ρουμελιώτικο στίχο.
             Έγινε παράλληλα ο Ληνός των Κολοκοτρωναίων σύμβολο της προεπαναστατικής κλεφτουριάς του Μοριά που το εθνικό μας παραμύθι, η προσπάθεια δηλαδή που γίνεται από πολλούς να παρουσιάσουν την Ιστορία μας κατά το δοκούν, θέλει τους προεπαναστατικούς κλέφτες πρωτοπόρους εθνικούς αγωνιστές που δίνανε μάχες με την Τούρκικη Εξουσία για την απελευθέρωση του Ελληνισμού.
                             Στο Μοριά η προεπαναστατική κλεφτουριά αρχίζει να φαίνεται μετά τα Ορλωφικά.  Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης τότε γεννήθηκε, το 1770, και κάπου 10 χρόνια νωρίτερα το 1759 είχε γεννηθεί  ο Ζαχαριάς Μπαρμπιτσιώτης.Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά την τραγική εκείνη 10ετία των Ορλωφικών που η λαίλαπα των Αλβανών λεηλάτησε και εδήωσε το Μοριά, δεν υπάρχει παρουσία κλεφτών. Τα αναφερόμενα από τον Γέρο του Μοριά στα απομνημονεύματά του ότι στην καταστροφή των Αλβανών στην Τριπολιτσά τον Ιούλη του 1779 πήραν μέρος και 1.000 κλέφτες υπό την ηγεσία του πατέρα του Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνη, πολλοί ιστορικοί (Γιάννης Κορδάτος στην ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ τ.ΙΧ, Γιάννης Βλαχογιάννης ΟΙ ΚΛΕΦΤΕΣ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ 1715 – 1800, κ. α.) υποστηρίζουν ότι δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Το ίδιο αναληθή θεωρούν και τα υποστηριζόμενα από Τάκη Κανδηλώρο στον ΑΡΜΑΤΩΛΙΣΜΟ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 1500 – 1821 ότι 3.000 κλέφτες πολέμησαν μαζί με τους 6.000 Τούρκους του Γαζή και συμβάλανε στην σφαγή των Αλβανών στην Τριπολιτσά.
                                     Ο Τάκης Κανδηλώρος στο βιβλίο του Η ΓΟΡΤΥΝΙΑ λέει ότι δέκα χρόνια σχεδόν μετά τα Ορλωφικά « η Πελοπόννησος επλημμύρησεν αύθις από κλέπτας» που περιφέρονταν με ανοιχτές σημαίες χωρίς να φοβούνται την εξουσία ασκούντες γοητεία στο λαό με το αγέρωχο παράστημα και τη μεγαλοπρέπειά τους.Σε λίγο ο αριθμός τους στην Πελοπόννησο έφθασε τις τρεις χιλιάδες, και άλλους μεν δια δωροδοκιών εφόνευε η τούρκικη εξουσία, άλλους φυλάκιζε, και άλλους διόριζε Κάπους «πληρώνουσα και υπέρογγα σιτηρέσια. Η κατάσταση με την Κλεφτουριά όλο και χειροτέρευε και κατά το τέλος του 1805 η Τούρκικη εξουσία  είχε αποφασίσει τον αφανισμός της.
                                 Δείτε μια εικόνα εδώ για το κλίμα της εποχής όπως μάς τα δίνει πολύ παραστατικά η δημοτική μας Μούσα:
Οι γέροντες κι οι προεστοί κι οι προύχοντες του τόπου
Πιάνουν και γράφουν μια γραφή στον Βασιληά στην Πόλι:
«Άκουσε Αφέντη Βασιληά και πολυχρονεμένε:
Οι κλέφτες πούνε στο Μωρηά γενήκαν  βασιλιάδες
Ο Θοδωράκης  βασιληάς κι ο Γιάννης είν Βεζύρης
Κι ο Γιώργος από τον Αητό είνε Κατής και  κρένει».
Κι ο  Βασιληάς σαν τάκουσε πολύ του κακοφάνη
Κι ευθύς φιρμάνι  έβγαλε και  στον Μωρηά  το στέλνει
Τους κλέφτες να σκοτώσουνε τους Κολοκοτρωναίους.

Συνέβαλε πολύ και ο αφορισμός τους από την Εκκλησία, που υποχρέωνε τους πιστούς όχι μόνο να μην βοηθούν τους κλέφτες και να μην τους δίνουν ούτε νερό ούτε ψωμί, αλλά και να τους καταδίδουν στα τουρκικά αποσπάσματα αλλιώς ο αφορισμός έπεφτε στο κεφάλι τους, θα ήσαν καταραμένοι από τον Θεό, θα ψήνονταν στην κόλαση κλπ.

                            Ο Τάκης Κανδηλώρος στην ΓΟΡΤΥΝΙΑ του μας πληροφορεί πως ο Οσμάν Πασάς με το  που μπήκε το 1806, έστειλε μέσα στον βαρύ χειμώνα τον Κεχαγιά που εστρατοπέδευσε με μεγάλη δύναμη  στη Μεγαλόπολη Αρκαδίας, «άγων μεγάλην δύναμιν και πλήθος βασανιστικών οργάνων… συνέταξε κατάλογον προγραφών ως άλλος Σύλλας, και συλλαμβάνων πλείστους αθώους ως υποθάλποντας τους κλέπτας ανεσκολόπιζεν ή διεμέλιζεν εις τέσσαρα ή έψηνεν επί της σούβλας ή συνέτριβεν επί άκμονος…» ΄Αγρια τρομοκρατία, θρήνος και κλαυθμός στο Μωρηά, και ο λαός φοβούμενος  τους Τούρκους αλλά και την οργή  του θεού έσπευδε στα τούρκικα αποσπάσματα να καταδώσει την παρουσία των κλεφτών που μέσα  στον βαρύ χειμώνα ρακένδυτοι γδυτοί και πεινασμένοι δεν τολμούσαν να πλησιάσουν σε κατοικημένους χώρους για να πάρουν ένα κομμάτι ψωμί.
Δείτε τι μας λέει η δημοτική μας παράδοση:
Ένα μεγάλο σύγνεφο  κι  ένα κομμάτι ακόμα
Στους κάμπους ρίχνει τα νερά και στα βουνά τα χιόνια
Δεν είναι χιόνια και νερά μον’ είναι μαύρα δάκρυα
Που χύνει όλος ο  Μωρηάς για  το φιρμάνι πούρθε
«Τούρκοι! Ρωμαίοι! Στ’ άρματα! Τους κλέφτες να σκοτώστε,
Τους κλέφτες τους αρματωλούς τους Κολοκοτρωναίους»!
Ο Θοδωράκης Κολοκοτρώνης κατάλαβε τη σοβαρότητα της κατάστασης και σίγουρος ότι δεν θα επιβιώσουν μέσα στο βαρύ χειμώνα μάζεψε εκεί στην Πιάνα της Αρκαδίας τους άνδρες του που ανάμεσά τους ήσαν και 36 Κολοκοτρωναίοι, και πρότεινε να διαλυθούν ώσπου να περάσει ο δύσκολος καιρός. Οι κλέφτες αρνήθηκαν να διαλυθούν όπως πρότεινε ο αρχηγός τους και σήκωσαν τη σημαία της επανάστασης κατά της Εξουσίας στο Μωρηά. Με τα τούρκικα αποσπάσματα όμως που είχαν πλημμυρίσει την Αρκαδία ιδιαίτερα, δεν μπορούσαν –  και για λόγους επιμελητηριακούς – να σταθούν και τους χώρισε  σε δυο σώματα που τράβηξαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Εκείνος με 120 παλικάρια τράβηξε προς τον Άγιο Πέτρο, ενώ το άλλο σώμα υπό τον εικοσαετή ανεψιόν του Μήτρον ύστερα από τέσσερεις ημέρες συνεπλάκη με δύναμη 500 Τούρκων, και 44 από τους άνδρες του ανάμεσά τους και 7 νεαροί Κολοκοτρωναίοι πέσανε μαχόμενοι ηρωικώς ο ένας δίπλα από τον άλλον. Κάποιοι από τους υπόλοιπους σκοτωθήκανε στα Μαγούλιανα και κάποιοι λίγοι που είχαν επιζήσει από τις δυο αυτές συγκρούσεις «ακέφαλοι και άσιτοι εξωλοθρεύθησαν δια προδοσιών και ενέδρας. Ένα από τα αδέλφια του Κολοκοτρώνη ο Γιάννης ο επιλεγόμενος Ζορμπάς λόγω του αγέρωχου χαρακτήρα του, με τον Γιώργα από τον Αετό και μερικούς ακόμα συντρόφους τους τραβήξανε την 1η Φλεβάρη του 1806 για τη Ζάτουνα για τον οικογενειακό φίλο και προστάτη τους Θανόπουλο, και αφού δεν τον βρήκαν τραβήξανε για το μοναστήρι των Αιμυαλών, όπου, όπως μαρτυρεί η δημοτική μας Μούσα:
  Καλόγερος εκλάδευε στης Αιμυαλούς τ’ αμπέλι
 Βλέπει από πέρα νάρχωνται τον Γιώργα και τον Γιάννη
 Από μακρυά τον χαιρετούν κι από κοντά του λένε:
 «Για κρύψε μας Καλόγερε, κρύψε μας Μπουραζέρη
 Ψωμί κρασί για φέρε μας τ’ είμαστε πεινασμένοι»
 Ελάτε μπάτε στο ληνό να κάνετε λημέρι,
 Που ο τόπος είν’ απόμερος κι αλάργ’ από την στράταν.

 

Ο ληνός των Κολοκοτρωναίων με τα κυπαρίσσια

Ο καλόγερος έβαλε την ομάδα στο ληνό και πήγε στη μονή να τους ετοιμάσει φαγητό ενώ έστειλε τον υπηρέτη του στη Στεμνίτσα να ειδοποιήσει το Απόσπασμα. Τους πήγε φαγητό και κρασί, κι έσπευσε  κι εκείνος στην Δημητσάνα να ειδοποιήσει το άλλο απόσπασμα. Δεν αργήσανε τα τούρκικα αποσπάσματα να περικυκλώσουν το ληνό:

Από μακρυά τους έζωσαν, κι’ από μακρυά τους λένε:
«Έβγα Ζορμπά προσκύνησε μ’ όλη την συντροφιά σου
Και σου χαρίζω τη ζωή και σε και στα παιδιά σου»
-Πως με περνάς Μπουλούμπαση για να σε προσκυνήσω
Πού ‘γω είμ’ ο Γιάννης ο Ζορμπάς κι αν σου βαστάη ζύγω!»
Δεν κόταγαν να παν κοντά τους έτρωγε το φείδι,
Μα όσα φτερά και πούπουλα έχει ν’ η μαύρη κότα
Τόσα τουφέκια πέσανε μεσ’ του ληνού την πόρτα.
Βλέποντες όμως οι Τούρκοι ότι νυχτώνει και θα τους ξεφύγουν με τα σπαθιά στα χέρια οι κλέφτες,
Ρίξαν φωτιά μεσ’ το ληνό κουβάρια θειαφοκέρι,
Πιάσαν οι κληματόβεργες…
Ασφυκτιούντες και πνιγόμενοι από τους καπνούς οι κλέφτες κάνανε ηρωική έξοδο με τα σπαθιά στα χέρια και σκοτώθηκαν από τα πυρά των Τούρκων.

Κάποιοι παρουσιάζουν την παράδοση να θέλει τον Θ Κολοκοτρώνη να παρατηρεί τον χαμό του αδελφού του  και των συντρόφων τους από ψηλότερα στην Κλινίτσα που του ξεφεύγει το παράπονο: Άϊντε ρε Γιάννη δεν μ’ ακούς.                            

 


Αυτό είναι το εθνικό μας παραμύθι, η κυριαρχούσα άποψη εκείνων που θέλουν την προεπαναστατική κλεφτουριά του Μοριά δημιούργημα των Κολοκοτρωναίων που με την ηρωική στάση και τους αγώνες τους κατά της Τούρκικης Εξουσίας ανοίξανε το δρόμο για το μεγάλο του γένους ξεσηκωμό. Η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική. Οι προεπαναστατικοί κλέφτες του Μοριά τίποτα το ηρωικό, καμία σοβαρή μάχη κατά της Τούρκικης εξουσίας δεν έχουν να παρουσιάσουν, και η λέξη Ελλάδα τους ήταν άγνωστη.
                              Μπορεί κάποιοι, ελάχιστοι, να βγαίνανε στο βουνό γιατί δεν άντεχαν την τούρκικη εξουσία, αλλά τα κίνητρα που ωθούσαν κάποιον να βγει στο κλαρί ήταν κυρίως η φτώχεια και η ανέχεια, οι αγγαρείες, η τοκογλυφία, οι άδικες τιμωρίες, και άλλα παρεμφερή,  της ληστείας και της κλεψιάς μη εξαιρουμένων, και καταντούσαν να ζουν κλέβοντας και ληστεύοντας τον χριστιανικό πληθυσμό.
             Ο γνωστός Τζόρτζ Φίνλευ 1799 – 1875 που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, εργάστηκε, και έγραψε την Ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως, γράφει πως «…τα κατορθώματα του Ζαχαριά και του Κολοκοτρώνη αν και δοξασμένα με τραγούδια  αντιποιητικά και με πεζογραφία παραγεμισμένη, δεν ήταν παρά καμώματα ληστών και κατσικοκλεφτών».
Ο Γιάννης Βλαχογιάννης παρουσιάζει μαρτυρίες περιηγητών που περιγράφουν τους Κλέφτες «αγριοκάτσικα, ξεκομμένα από το κοπάδι το κοινωνικό, θεριά ξαγριεμένα από τον κατατρεγμό των Αρβανιτών μπουλουκμπασήδων» κλπ.  
 Η σφαγή τους στο ληνό από τα άτακτα μπουλούκια που είχαν κινητοποιήσει οι προύχοντες της Δημητσάνας ήταν απλά ντροπιαστική. Πως έγινε και τους πιάσανε στον ύπνο; Τι έγινε το χιλιοτραγουδισμένο κλέφτικο καραούλι που παρατηρούσε τα πάντα και σε μεγάλη απόσταση;  Η κοινή λογική λέει ότι  μια τέτοια ομάδα εφτά μπαρουτοκαπνισμένων Κλεφτών υπό την αρχηγία μάλιστα του Γιάννη Κολοκοτρώνη του επιλεγόμενου Ζορμπά για το ατίθασο του χαρακτήρα του, αλλά και την παρουσία εκεί του ξακουστού Γιώργα από το Αετό της Τριφυλίας πασίγνωστου για την αγριότητά του, δεν θα κλείνονταν μέσα στο ληνό σαν τα ποντίκια στη φάκα. Θα βγάζανε καραούλι (μια σκοπιά) εκ περιτροπής για να μπορούν να κατοπτεύουν την περιοχή και να επισημάνουν οποιαδήποτε εχθρική κίνηση. Το ότι δεν πήραν τα στοιχειώδη μέτρα προφύλαξης ενώ ολόκληρος ο Μοριάς είχε ξεσηκωθεί και τους κυνηγούσαν θεοί και δαίμονες (όλος ο Μοριάς σηκώθηκε να κατατρέξει την Κλεφτουριά μαρτυρά ο Θ.Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματά του), Χριστιανοί και Οθωμανοί, δείχνει ότι αυτοί οι Κλέφτες δεν είχαν καμία σχέση με τα ηρωικά κλέφτικά τραγούδια και ποιήματα που εξυμνούν την ηρωική Κλεφτουριά του Μοριά.  Τρομαγμένα κυνηγημένα αγρίμια ήσαν, και καμιά σχέση με ηρωισμούς δεν είχαν.

Η Δημητσάνα

«Ο Γιάννης Κολοκοτρώνης με τους συντρόφους που του μέναν, κλειστήκανε στο ληνό και παραδώσαν τα κεφάλια τους στους χωριάτες όχι σαν παλιοί Κλέφτες, αλλά σαν πρωτόβγαλτα τσοπανόπουλα» σχολιάζει ο Γιάννης Βλαχογιάννης.

           Είχε την άνεση ο καλόγερος να στείλει τον υπηρέτη του στη Στεμνίτσα για να ειδοποιήσει κατά τον Κανδηλώρο το απόσπασμα, και αφού και ο ίδιος τους πήγε φαγητό και κρασί, έτρεξε μετά στη Δημητσάνα να ειδοποιήσει το άλλο Απόσπασμα. Δεν άργησαν τα αποσπάσματα να περικυκλώσουν το ληνό κλπ  - κλπ, και οι κυνηγημένοι Κλέφτες δεν αγρίκησαν την Τουρκιά που τους έζωνε, για να, με τα σπαθιά στα χέρια και με δυο σάλτους πέσουνε στη ρεματιά (το Ζυγοβιστινό ρέμα μπροστά από τη Μονή) και να χαθούν. Αστεία πράγματα, ιστορίες ούτε για μικρά παιδιά. 
Ο Γιάννης Κορδάτος γράφει πως τους Κλέφτες στο ληνό τους πρόδωσε κάποιος καλόγερος και σπεύσανε οι προεστοί της Δημητσάνας με τους Κάπους τους (πιστολάδες, σεκουριτάδες της εποχής) και τους σκοτώσανε.
                  Ο Γιάννης Βλαχογιάννης παρουσιάζει τη μαρτυρία του Ζυγοβιστινού Κωνσταντίνου Χρ. Σταυρόπουλου από το βιβλίο του Ιστορία Ζυγοβιστίου 1905. «Ο φόνος έγινε το 1806 …. Είχαν το λημέρι τους στο βουνό Κλινίτζα. Απ’ εκεί πήγαν στο μοναστήρι Αιμυαλών για να ζητήσουν τρόφιμα, όμως ο καλόγερος Γεράσιμος ο λεγόμενος Καμπούρης κατέβηκε στη Δημητσάνα και τους πρόδωσε στους προεστούς. Χτύπησαν οι καμπάνες και μαζεύτηκαν οι χωριάτες από τα γύρω χωριά και οπλισμένοι πήγαν στο μοναστήρι και μπλοκάρισαν τους Κλέφτες. Κι επειδή δεν παραδόθηκαν τους σκότωσαν…… τοις πάσιν είναι έκτοτε γνωστόν ότι ο εν τω ληνώ φόνος των Κολοκοτρωναίων δεν εγένετο εκ μέρους Τούρκων, καθόσον Τούρκοι δεν υπήρχαν εκεί, αλλά εγένετο εκ μέρους χριστιανών».
Μέσα στον επόμενο μήνα οι Τούρκοι και οι Κοτζαμπάσηδες είχαν τελειώσει με τους κλέφτες στο Μοριά. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε καταφέρει να σωθεί στα εφτάνησα με 2 - 3 μόνο συντρόφους του.

 

 

 

 

 

 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου