![]() |
Γερμανός αξ/κός επιθεωρεί τμήμα Τσάμηδων. |
Ένα από τα σοβαρά θέματα αλυτρωτισμού που προβάλλουν τελευταία οι Αλβανοί είναι το ζήτημα των Τσάμηδων και της Τσαμουριάς. Μας εγκαλούν για εγκλήματα και δεινά σε βάρος της μειονότητας των Τσάμηδων και την καταστροφή της, που γίνανε ύστερα από πολιτική βούληση και μεθόδευση των τότε κυβερνήσεων, με παράλληλη οργανωμένη εγκληματική δραστηριότητα από φόνους, συστηματικούς βιασμούς Μουσουλμανίδων, λεηλασίες περιουσιών κ.λ.π από Έλληνες εθνικιστές, ιδιαίτερα από την Χ Μεραρχία του ΕΔΕΣ του Ναπ. Ζέρβα το 1944.
Οι Τσάμηδες ήταν μια πληθυσμιακή υποομάδα
μουσουλμάνων κυρίως Αλβανών, και ελάχιστων χριστιανών ορθόδοξων, με ιδιαίτερα
πολιτιστικά χαρακτηριστικά και δικό τους τρόπο ζωής ανάμεικτο από αλβανικές και
ελληνικές επιρροές. Οι Οθωμανοί τους είχαν δώσει κάποιες περιοχές επί
οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Ήπειρο, στην περιοχή της λεγόμενης
Τσαμουριάς, που ταυτίζεται με τη Θεσπρωτία, και ένα τμήμα της ανήκει στην
Αλβανία τώρα, και ζούσαν σαν αγρότες κυρίως, αλλά και με την αλιεία και το
αλάτι στις παραθαλάσσιες περιοχές.
Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα δεν υπήρχαν προβλήματα με τους Τσάμηδες. Με τους Βαλκανικούς πολέμους όμως που γίνεται κρατική οντότητα και η Αλβανία (1912), και καθώς αρχίζει η δράση ελληνικών και αλβανικών παραστρατιωτικών οργανώσεων που δημιουργεί κύκλους αντεκδικήσεων, η κατάσταση αλλάζει. Η Τσαμουριά, ένα μεγάλο μέρος περιοχής της Θεσπρωτίας, Παραμυθιά κ..α, ανήκει πλέον στην Ελλάδα. Στην ανταλλαγή των πληθυσμών κατά το 1923 όμως οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες παρόλο που θεωρούνταν Τούρκοι και άρα ανταλλάξιμοι, αρνούνται να ανταλλαγούν επιμένοντας να παραμείνουν στον τόπο τους. Για τους δικούς της λόγους, απροθυμία να τους δεχτεί δείχνει και η Τουρκία. Καθώς με την ανταλλαγή πληθυσμών η κυβέρνηση και για να πιέσει τους Τσάμηδες έστω και σε εθελουσία έξοδο, παραχωρεί ένα μέρος της καλλιεργούμενης περιοχής τους, και μοιράζει τα χτήματα αλλά και κατοικίες τους σε πρόσφυγες, δημιουργούνται εντάσεις και εχθρότητες με τους μεγάλους κυρίως γαιοκτήμονες των Τσάμηδων και τους ακτήμονες πρόσφυγες, αλλά και γενικότερα με τον ελληνικό πληθυσμό που τους θεωρεί πλέον εχθρούς και ξένους για τον ελληνισμό, και εποφθαλμιά τις περιουσίες τους. Εντείνοντας τις πιέσεις η κυβέρνηση εκδίδει εντολές για άμεση μετακίνηση πληθυσμών, και πολλές φορές όσοι από τους μετακινούμενους προλαβαίνουν ξεπουλάνε όσο - όσο τις περιουσίες τους στους αητονύχιδες. Εννοείται ότι οι περιουσίες και τα αγαθά όσων δεν προλαβαίνουν ή δεν καταφέρνουν να τις εκποιήσουν γίνονται έρμαιο στις αρπακτικές διαθέσεις των γηγενών Ελλήνων αλλά και των προσφύγων που έχουν εγκατασταθεί εκεί. Παράλληλα οι σκόπιμες καθυστερήσεις στην καταβολή κάποιων αποζημιώσεων, η εχθρική γενικά στάση του κράτους αλλά και οι σοβαρές πολιτισμικές διαφορές με τους Τσάμηδες επιτείνουν την ανωμαλία, τις διαμαρτυρίες, βιαιοπραγίες κλπ.
Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις επιδεινώνονται, οι Αλβανοί καταπιέζουν την ελληνική μειονότητα, η Ελλάδα προσφεύγει στην Κοινωνία των Εθνών το 1934 διαμαρτυρόμενη για την παραβίαση των δικαιωμάτων της μειονότητας, αλλά το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς προσφεύγουν και οι Αλβανοί της Ηπείρου στην ΚΤΕ κατηγορώντας την Ελλάδα για καταπάτηση των δικαιωμάτων τους, εξαναγκασμό σε μετανάστευση, περιορισμό των πολιτικών τους δικαιωμάτων κλπ. Όταν αργότερα διευθετούνται κάπως τα προβλήματα των μετακινήσεων, εκείνοι που ήταν υπό μετακίνηση βρίσκονται στον αέρα χωρίς τις περιουσίες και τα νοικοκυριά τους, και χωρίς καμιά δυνατότητα βιοποριστικής ενασχόλησης για να ζήσουν τις οικογένειές τους. Και επειδή η Τουρκία δεν τους θέλει καταφεύγουν στην Αλβανία όπου ενώνονται και με άλλους κυνηγημένους που βρίσκονται εκεί.
Με τη δικτατορία του Μεταξά και του βασιλιά (1936), το ελληνικό κράτος γίνεται ακόμα πιο εχθρικό απέναντί τους, με αναγκαστικές απαλλοτριώσεις περιουσιών και προκλητικές παράλληλα αναβολές και καθυστερήσεις στις καταβολές των αποζημιώσεων, με αυθαίρετες συλλήψεις, εκτοπίσεις στα νησιά , φυλακίσεις, εκφοβιστικές έρευνες στα σπίτια για όπλα, βιαιοπραγίες ξυλοδαρμούς κλπ, ενώ πολλοί φεύγουν στην Αλβανία για να γλιτώσουν.Τον Απρίλη του 1939 οι Ιταλοί καταλαμβάνουν την Αλβανία και η κατάσταση στις παραμεθόριες με την Ελλάδα ζώνες οξύνεται στο έπακρο. Το ελληνικό κράτος με διάφορα αστυνομικά και στρατιωτικά κυρίως μέτρα, επιστρατεύσεις εφέδρων, εκφοβισμούς κλπ, αναγκάζει πολλούς Τσάμηδες να γίνουν φυγόδικοι, ανυπότακτοι και λιποτάκτες που περνούν τα σύνορα για να γλιτώσουν. Από την άλλη πλευρά, με αλυτρωτικές υποσχέσεις οι Ιταλοί συγκροτούν τάγματα εθελοντών από αυτούς τους φυγάδες και τους ξεριζωμένους για να πολεμήσουν στο πλευρό τους όταν μπουν στην Ελλάδα.
![]() |
Τσάμηδες |
Αυτές οι μονάδες εθελοντών, Τσάμηδων φυγάδων κυρίως, συνόδευαν τα ιταλικά στρατεύματα που εισέβαλαν στην Ελλάδα στο τέλος του Οχτώβρη 1940 ειδικά στην περιοχή της Τσαμουριάς, και πιάσανε αμέσως δουλειά θεωρώντας ότι είχαν την ευκαιρία να ξαναπάρουν τις περιουσίες τους και να εκδικηθούν για τα όσα δεινά είχαν υποστεί από το ελληνικό κράτος αλλά και από ορθόδοξους κατοίκους της περιοχής. Η εξουσία τους όμως δεν κράτησε πολύ, καθώς κατά τα μέσα του Νοέμβρη ο ελληνικός στρατός απώθησε τις ιταλικές δυνάμεις απελευθερώνοντας την περιοχή. Εννοείται ότι μαζί τους έφυγαν και οι Τσάμηδες εθελοντές και όσοι ακόμα είχαν συνταχθεί μαζί τους στις αγριότητες και τις λεηλασίες εναντίον του ελληνικού στοιχείου. Επανήλθε η ελληνική διοίκηση στην περιοχή, που σύμφωνα με πολλές περιγραφές άρχισε να συμπεριφέρεται σαν σε κατεχόμενη χώρα και ακόμα χειρότερα.
Οι δίκες και οι εκτελέσεις –μαζί και του μουφτή της Παραμυθιάς που είχε ευλογήσει τα εθελοντικά στρατεύματα– οι εκτοπίσεις στα νησιά, μπήκαν στην ημερησία διάταξη. Ευνόητο είναι ότι ακολούθησαν παράλληλα και οι ανεπίσημες διώξεις, λεηλασίες, αρπαγές περιουσιών, ξυλοδαρμοί και αντεκδικήσεις. Καθώς οι άνδρες με διάφορους τρόπους όπως φυλακίσεις, σκοτωμούς, εξορίες, φυγοδικίες κλπ εκδιωχτήκανε από τον τόπο, στρατιώτες, χωροφύλακες, αξιωματούχοι και διάφοροι επιτήδειοι «… Με το πρόσχημα της δήθεν ανάκρισης (….) καλούσαν στα γραφεία τους όμορφες χανούμισσες και τις βίαζαν. Οι λεηλασίες σπιτιών οι αρπαγές ζώων φανερές. Οι βιασμοί κοριτσιών και γυναικών πολλοί και επώνυμοι. Η βίαιη υποχρέωση μουσουλμανίδων σε ορισμένα χωριά να εκδίδονται μεγάλη». (1)
Με την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα την άνοιξη του 1941, και καθώς ο ελληνικός στρατός συνθηκολόγησε, επέστρεψαν και οι Ιταλοί ως συνεταίροι των Γερμανών και φυσικά επέστρεψαν και οι Τσάμηδες που για διάφορους λόγους είχαν απομακρυνθεί ή εκδιωχθεί από την Παραμυθιά και τις άλλες ηπειρωτικές πόλεις. Σε μερικές μάλιστα πόλεις όπως το Μαργαρίτι έγιναν πανηγυρισμοί, αναρτήθηκαν ιταλικές και Αλβανικές σημαίες κλπ. Αρχίζει τότε η συστηματική αλβανοποίηση της Θεσπρωτίας και η προσάρτησή της στο αλβανικό κράτος. Ξηλώνονται πρόεδροι κοινοτήτων, δήμαρχοι, δημοτικά και κοινοτικά συμβούλια και αντικαθίστανται από Τσάμηδες. Δημιουργείται παράλληλα και η Εθνική Επιτροπή των Τσάμηδων, με κύριο στόχο την αυτοδιάθεση της περιοχής.
Κατά το 1942 ένοπλα σώματα Τσάμηδων αλλά και άλλα βοηθητικής χωροφυλακής και πολιτοφυλακής οργανώνονται και με χριστιανούς ακόμα, είτε για να εξυπηρετήσουν τον στόχο των Ιταλών για τη δημιουργία της Μεγάλης Αλβανίας, είτε για να αναλάβουν την τήρηση της τάξης και να κυνηγήσουν τους τους Έλληνες ανυπότακτους και φυγόδικους, αλλά και τις χριστιανικές συμμορίες που ξεπετάγονται. Αυτά τα σώματα τρομοκρατούν το ελληνικό στοιχείο αρχίζοντας καινούργιο κύκλο βίας και αυθαιρεσιών με προσωπικές αντεκδικήσεις, λεηλασίες νοικοκυριών, κακοποιήσεις γυναικών και δολοφονίες, με βασική επιδίωξη την εμπέδωση της αλβανικής εξουσίας.
Σε ανώμαλες καταστάσεις οι συστηματικοί
βιασμοί γυναικών και κοριτσιών δεν
γίνονται μόνο για την προσωπική ικανοποίηση αυτών που τις κάνουν, αλλά κυρίως
για να προσβάλουν ό,τι ιερό και όσιο έχουν οι αντίπαλοι, να βρωμίσουν και να
καταρρακώσουν την αξιοπρέπειά τους, και να τους στείλουν το καθαρό μήνυμα ότι
δεν τους μένει άλλο από το να εγκαταλείψουν το τόπο και τις περιουσίες τους και
να φύγουν αν θέλουν να γλιτώσουν τη ζωή τους. Πολλοί κάτοικοι της περιοχής βλέποντας ότι
κινδυνεύει άμεσα η ζωή τους καταφεύγουν στα βουνά και σε χριστιανικά χωριά για να γλιτώσουν. Άλλοι
δημιουργούν πολυμελείς ένοπλες ομάδες που κάνουν επιδρομές και λεηλασίες στα
μουσουλμανικά χωριά και προβαίνουν και σε αντεκδικήσεις.
Στις 6 Δεκεμβρίου του 1942 δολοφονήθηκε ένας από τους επιφανέστερους ηγέτες των Τσάμηδων από άγνωστους δράστες. Αμέσως την επόμενη ημέρα στην κοινότητα Σπαθαραίων απήχθησαν δέκα έντεκα άτομα, ανάμεσά τους ο πρόεδρος της κοινότητας και ο ιερέας, οι οποίοι θανατώθηκαν. Ο κύκλος της βίας αρχίζει να γίνεται ανεξέλεγκτος. Κατά το 1943 αρχίζουν να δυναμώνουν και οι αντιστασιακές οργανώσεις, με κύρια παρουσία στην περιοχή του ΕΔΕΣ του Ναπολέοντα Ζέρβα που τροφοδοτείται από φυγόδικους και καταδιωκόμενους των Τσάμηδων, και του ΕΑΜ, υπό το βλέμμα της Συμμαχικής Αποστολής – Κρις Γουντχάουζ κλπ – που σχεδίαζε και αποφάσιζε για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των ανταρτών.
![]() | |
Θεσπρωτία |
Το ΕΑΜ ήταν εναντίον της όξυνσης, πίστευε και
αγωνιζόταν υπέρ του κατευνασμού των παθών και των αντεκδικήσεων, ήταν υπέρ
του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης της αλβανικής και της ελληνικής μειονότητας, και
διεκήρυττε ότι ο αγώνας κατά του κατακτητή ήταν κοινός και υποχρέωση όλων.
Το καλοκαίρι του 1943, καθώς εντεινόταν η δράση των ανταρτών και χειροτέρευε η κατάσταση, οι Γερμανοί θεώρησαν ότι οι Ιταλοί αδυνατούσαν να επιβάλουν τον έλεγχο, και αποφάσισαν να αναλάβουν οι ίδιοι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην περιοχή της Ηπείρου και στο νομό Θεσπρωτίας, και να την απαλλάξουν από τους αντάρτες. Στις επιχειρήσεις που ακολούθησαν εναντίον των ανταρτών, συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς και ομάδες Τσάμηδων αλλά και τμήματα του αλβανικού πληθυσμού, που λόγω εντοπιότητας και γνώσης της περιοχής τούς πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες και προξένησαν μεγάλες ζημιές στους αντάρτες.
Με τις κατάλληλες υποσχέσεις για ένα ελεύθερο αλβανικό κράτος
και την ένταξη της Τσαμουριάς στην Αλβανία οι Γερμανοί προσεταιρίστηκαν στο
σύνολό του σχεδόν το αλβανικό στοιχείο μετά την κατάρρευση της Ιταλίας το 1943
και στη συνέχεια και το χρησιμοποίησαν για να καταστρέψουν την περιοχή.
Γίνεται λόγος για 700 έως 3.200 άτομα από 14 χρόνων και πάνω
που εξοπλίστηκαν, φορούσαν ιταλικές ή γερμανικές στρατιωτικές στολές φέροντας
περιβραχιόνιο με τη λέξη «Τσάμης», βοηθούσαν τους Γερμανούς στις επιχειρήσεις,
και ανέλαβαν την τήρηση της τάξης. Οι λεηλασίες, οι προσωπικές
αντεκδικήσεις και το κλείσιμο παλιών
λογαριασμών, οι κακοποιήσεις γυναικών και οι φόνοι μπήκαν στην ημερησία
διάταξη.
Από 500 έως και 800 υπολογίζουν τα θύματα. Άδειαζαν και κατέστρεφαν ολόκληρα χωριά - πάνω από 20 ημέρες κατά τον Ιούλιο του 1943 λεηλατούσαν το Φανάρι - από νοικοκυριά, ρουχισμό, ζώα και ό,τι μπορούσαν να φορτώσουν και τα μετέφεραν σε αλβανικά χωριά. Οι Έλληνες για να γλιτώσουν τη ζωή τους σκόρπισαν στα δάση και στις σπηλιές.
Ναπολέων Ζέρβας
Ένα άλλο γεγονός που σημάδεψε εκείνη τη χρονιά και παραμένει ανεξίτηλο, είναι η εκτέλεση των 49 προκρίτων της Παραμυθιάς στις 29 Σεπτεμβρίου του 1943. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το φόνο των 49 προκρίτων τον έκαναν οι Τσάμηδες. Άλλες πηγές αναφέρουν πως τους πρόκριτους συνέλαβαν και εκτέλεσαν οι γερμανικές δυνάμεις ύστερα από εντολή της γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης ως αντίποινα για το φόνο τις προηγούμενες ημέρες δέκα Γερμανών στρατιωτών από Έλληνες αντάρτες. Όλοι όμως συμφωνούν ότι τις επιλογές των θυμάτων τις έκαναν οι Τσάμηδες που συνόδευαν τα γερμανικά τμήματα, και γι’ αυτό τους χρεώνουν τους φόνους. Ο εξανδραποδισμός και η καταστροφή συνεχίστηκε μέχρι τον Ιούνιο του 1944 όταν καθώς συμπτύσσονταν οι γερμανικές δυνάμεις της περιοχής, στις 26 εκείνου του μήνα οι ενισχυμένες δυνάμεις του ΕΔΕΣ πέρασαν σε αντεπίθεση. Επιτέθηκαν στην Παραμυθιά και σάρωσαν την αντίσταση της τσάμικης πολιτοφυλακής. Από την επομένη ημέρα η πόλη μεταβλήθηκε σε σφαγείο.(3) Έγινε συστηματική κακοποίηση του γυναικείου πληθυσμού και πολλές εκατοντάδες πολιτών θανατώθηκαν μαρτυρικά. Πολλοί από τους αντάρτες του ΕΔΕΣ που είχαν υποφέρει οι ίδιοι όπως και οι οικογένειές τους, είχαν όλη τους την άνεση πλέον να ξεσπάσουν το μίσος τους κατά των Τσάμηδων και να σφάξουν, να βιάσουν, να βασανίσουν, να λεηλατήσουν, να αρπάξουν περιουσίες και ζωντανά, να μην αφήσουν τίποτα όρθιο.Κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτές οι ακρότητες γίνανε χωρίς την έγκριση της ηγεσίας του ΕΔΕΣ, το θέμα όμως είναι ότι γίνανε.
Οι επιχειρήσεις του ΕΔΕΣ συνεχίστηκαν σε πολλά μουσουλμανικά χωριά επιβάλλοντας την τελική λύση του προβλήματος «Τσάμηδες» στη Θεσπρωτία, ενώ όσοι μπόρεσαν – 18.000 έως 20.000 υπολογίζονται - κατέφυγαν στην Αλβανία για να σωθούν. Αμέσως μετά την απελευθέρωση και με το που εγκαταστάθηκαν οι ελληνικές αρχές στη Θεσπρωτία, κινήθηκε η διαδικασία μηνύσεων από ιδιώτες αλλά και από τις αρχές ασφαλείας κατά των Τσάμηδων που είχαν διαπράξει εγκλήματα και κάθε είδους βιαιότητες στην περιοχή ή είχαν συνεργαστεί με τους κατακτητές. Με συνοπτικές διαδικασίες το Ειδικό Δικαστήριο Δωσίλογων των Ιωαννίνων τον Μάιο του 1945 καταδίκασε ερήμην και αμετάκλητα ως προδότες και δήμευση των περιουσιών τους 1930 Τσάμηδες, τους περισσότερους στην ποινή του θανάτου. Οι περιουσίες τους αρπάχτηκαν, και στις αρχές της δεκαετίας του ’50 διαμοιράστηκαν νόμιμα με κλήρο στους Έλληνες κατοίκους της περιοχής.
Το θέμα των Τσάμηδων είναι
από τα σοβαρότερα μειονοτικά θέματα που απασχολούν Ελλάδα και Αλβανία, και κυριαρχεί
τα τελευταία χρόνια στην πολιτική σκηνή της γειτονικής μας χώρας. Είναι
απόρροια της πίεσης που δημιουργούν διάφορες τσάμικες οργανώσεις αλλά και η αναθεωρητική πολιτική της Αλβανίας που όπως
πολλοί υποστηρίζουν, υποδαυλίζεται – όπως και άλλες ακόμα ανθελληνικές
ενέργειες - και καλλιεργείται από την Τουρκία. Παράλληλα βολεύει την Αλβανία
και θα το βάζει πάντα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ως αντίβαρο στις δικές
μας διεκδικήσεις τις σχετικές με τα προβλήματα της ελληνικής μειονότητας στη
γειτονική χώρα.
![]() | |
Αλβανοί - Σκιπετάροι | |
Ομόφωνα η Αλβανική Βουλή έχει καθιερώσει την 27η Ιουνίου ως ημέρα γενοκτονίας των Τσάμηδων, ενώ τον Φεβρουάριο του 2016 οι τελευταίοι προσέφυγαν στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης καταθέτοντας φάκελο με τις διεκδικήσεις τους που έγινε δεκτός από τον Εισαγγελέα.. Πέρα από τις οικονομικές αποζημιώσεις (περιουσίες τους κλπ), ζητούν ολόκληρες περιοχές της Ηπείρου, όπως Ηγουμενίτσας, Πάργας κλπ.
Όπως είναι γνωστό, η ελληνική θέση είναι ότι οι Τσάμηδες συνεργάστηκαν με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια της τριπλής Κατοχής που τους είχαν εξοπλίσει, διέπραξαν σοβαρά εγκλήματα κατά του ελληνικού πληθυσμού σκοτώνοντας, βιάζοντας, λεηλατώντας περιουσίες κ.ά, και με την απελευθέρωση αναγκάστηκαν να φύγουν από την Ελλάδα φοβούμενοι τις συνέπειες των εγκλημάτων τους.
Πηγές:
Υπάρχει πολλή βιβλιογραφία γύρω από το θέμα, κι επίσης έχει την τιμητική του σε πάρα πολλές ιστοσελίδες, από διαφορετική πολλές φορές οπτική γωνία. Ενδεικτικά αναφέρω δυο εξαίρετα βιβλία που ασχολούνται με το πρόβλημα: Της Επίκουρης καθηγήτριας της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας Ελευθερίας Μαντά το ένα, και του καθηγητή Πολιτικών Επιστημών Γιώργου Μαργαρίτη το άλλο.
Σημ: 1. ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ Ανεπιθύμητοι συμπατριώτες σελ.150.2. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΑΝΤΑ. ΟΙ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΤΣΑΜΗΔΕΔΣ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ σελ 162.3. ομ ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ σελ 164.